- κλίμακα
- I
(Γεωγρ.). Η σχέση μεταξύ μιας απόστασης σε ευθεία γραμμή, η οποία απεικονίζεται σε έναν χάρτη, με την ίδια απόσταση στο έδαφος. Για παράδειγμα, κ. 1: 1.000.000 σημαίνει ότι 1 χιλιοστό ή 1 εκατοστό ή 1 μέτρο στον χάρτη ισοδυναμεί με 1.000.000 αντίστοιχες μονάδες στο έδαφος. Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται η κ. και ιδιαίτερα το γεγονός ότι έχει τη μορφή κλάσματος οδηγεί στα παρακάτω συμπεράσματα: όσο μεγαλύτερος είναι ο παρονομαστής ενός κλάσματος τόσο μικρότερη είναι η τιμή του και αντίστροφα (επομένως η κ. 1: 5.000 είναι πολύ μεγαλύτερη από την κλίμακα 1: 500.000)· μεγάλη κ. σημαίνει ότι ο χάρτης παρουσιάζει μικρή σε έκταση περιοχή, αλλά με πολλές λεπτομέρειες, ενώ μικρή κ. σημαίνει ότι ο χάρτης παρουσιάζει μεγάλη σε έκταση περιοχή, αλλά με λίγες λεπτομέρειες· όταν η κ. διπλασιάζεται, η επιφάνεια του χάρτη γίνεται τέσσερις φορές μεγαλύτερη, γιατί ταυτόχρονα διπλασιάζονται το μήκος και το πλάτος του. Το αντίστροφο συμβαίνει όταν η κ. γίνεται δύο φορές μικρότερη. Στους χάρτες η κ. παρουσιάζεται είτε με κλασματική μορφή (όπως πιο πάνω) είτε με γραμμική, δηλαδή με τη μορφή μιας ευθείας, πάνω στην οποία είναι σημειωμένες οι αντίστοιχες αποστάσεις. Με τη βοήθειά της μπορούν να μετρηθούν αποστάσεις, πάντα όμως σε ευθεία και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ανωμαλίες του εδάφους.II(Μουσ.). Το βασικό στοιχείο κάθε αρμονικού συστήματος. Στο σύγχρονο διατονικό σύστημα, το οποίο έχει γίνει σχεδόν παγκόσμια παραδεκτό, η κ. αποτελείται από μια σειρά οκτώ μουσικών φθόγγων, από τους οποίους ο τελευταίος αποτελεί επανάληψη του πρώτου σε μεγαλύτερο τονικό ύψος (ντο, ρε, μι, φα, σολ, λα, σι, ντο). Η δομή δηλαδή της κ. συγκεντρώνεται στον χώρο της οκτάβας, στην οποία οι φθόγγοι –που ονομάζονται και βαθμίδες– προχωρούν συνήθως σύμφωνα με τη μεταξύ τους απόσταση (διάστημα) σε τόνους και ημιτόνια. Μεσολαβεί ένας τόνος μεταξύ των βαθμίδων ντο-ρε, ρε-μι, φα-σολ, σολ-λα, λα-σι, και ημιτόνιο μεταξύ των βαθμίδων μι-φα και σι-ντο. Ο διαφορετικός συνδυασμός των δύο ημιτονίων σε σχέση με την αρχική βαθμίδα της κ. (που ονομάζεται τονική) διακρίνει τους διάφορους τρόπους της ίδιας της κ. Θεωρητικά, οι τρόποι αυτοί είναι τόσοι όσες και οι σειρές διαδοχής που μπορεί να δοθούν στους φθόγγους μιας μουσικής κ. Έτσι, η αρχαία ελληνική μουσική είχε επτά τρόπους, ο καθένας από τους οποίους χαρακτηριζόταν από τη διαφορετική πρόοδο των τόνων και των ημιτονίων. Στη βυζαντινή μουσική οι τρόποι, που ονομάζονταν ήχοι, ήταν οκτώ, από τους οποίους οι τέσσερις κύριοι και οι υπόλοιποι πλάγιοι.Η νεοελληνική δημοτική μουσική διαμορφώθηκε από επιδράσεις όχι μόνο της δικής της πολιτιστικής παράδοσης αλλά και από μουσικά στοιχεία άλλων λαών, ανατολικών και ασιατικών, με τους οποίους οι Έλληνες ανέπτυξαν κατά καιρούς στενότερη και συχνά μακρόχρονη επαφή.Οι αρχαιοελληνικές και βυζαντινές επιδράσεις επικεντρώνονται κυρίως γύρω από αλλοιώσεις του υποδώρειου τρόπου, όπως για παράδειγμα στις παρακάτω κ., συχνότατες στη νεοελληνική δημοτική μουσική:Οι ανατολικές επιδράσεις, αντίθετα, είναι φανερές στις παρακάτω κ., που ενσωματώθηκαν στη νεοελληνική δημοτική μουσική. Η πρώτη από αυτές είναι διατυπωμένη σύμφωνα με το συνημμένο σύστημα, επειδή τα δύο της τετράχορδα έχουν έναν κοινό φθόγγο (το σολ), ενώ η δεύτερη σύμφωνα με το διαζευγμένο, επειδή τα δύο της τετράχορδα δεν έχουν κοινό φθόγγο:Η παρακάτω κ., συχνή στο βυζαντινό εκκλησιαστικό μέλος αλλά και στη νεοελληνική δημοτική μουσική, είναι μεικτή· το πρώτο της τετράχορδο, με το τριημιτόνιο μεταξύ δεύτερου και τρίτου φθόγγου, έχει φανερές ανατολικές επιδράσεις, ενώ το δεύτερο αρχαιοελληνικές:Χαρακτηριστικό της νεοελληνικής δημοτικής μουσικής είναι ότι συχνά δέχεται διαστήματα μικρότερα του ημιτονίου, τα οποία προσδίδουν, κυρίως στη μελωδική της γραμμή, ένα ιδιαίτερο χρώμα, που απαντάται τόσο στην αρχαία ελληνική και στη βυζαντινή μουσική όσο και στη μουσική άλλων ασιατικών λαών, όπως της Ινδίας.Στο σύγχρονο ευρωπαϊκό μουσικό σύστημα, οι πολλοί τρόποι περιορίστηκαν σε δύο: στον μείζονα και στον ελάσσονα τρόπο. Ο πρώτος έχει το ημιτόνιο μεταξύ των βαθμίδων 3ης-4ης και 7ης-8ης, ενώ ο δεύτερος, μεταξύ των βαθμίδων 2ας-3ης και 7ης-8ης, όπως φαίνεται από τα δύο παραδείγματα που ακολουθούν:Η κ., μείζων ή ελάσσων, που προχωρεί κατά τόνους και ημιτόνια, ονομάζεται διατονική. Η κ., αντίθετα, ονομάζεται χρωματική, όταν προχωρεί μόνο κατά ημιτόνια. Στην περίπτωση αυτή, οι διέσεις ανεβάζουν το τονικό ύψος των φθόγγων κατά ένα ημιτόνιο, οι υφέσεις το κατεβάζουν κατά ένα ημιτόνιο, ενώ οι αναιρέσεις επαναφέρουν τους φθόγγους στην αρχική τους κατάσταση.Το θεωρητικό σύστημα, που χρησιμοποιεί τα δώδεκα ημιτόνια μιας οκτάβας χωρίς να τα συσχετίζει με σχέσεις τονικότητας, οδήγησε αργότερα στη δωδεκαφωνία.* * *η (AM κλῑμαξ, -ακος) [κλίνω]κινητή ή σταθερή κατασκευή από επάλληλα οριζόντια επίπεδα ή στηρίγματα, που χρησιμεύει για να ανέρχεται και να κατέρχεται κάποιος, η σκάλα (α. «μαρμάρινη κλίμακα» β. «κλίμακα δ' ὑψηλὴν κατεβήσετο οἷο δόμοιο», Ομ. Οδ.)νεοελλ.1. μτφ. η κατάταξη κατά ανιούσα ή και αντίθετα κατά κατιούσα σειρά («ο συντελεστής τής φορολογικής κλίμακας είναι πολύ υψηλός»)2. φυσ. σειρά υποδιαιρέσεων σε ένα όργανο μέτρησης (α. «έγινε σεισμός 5 βαθμών τής κλίμακας Ρίχτερ» β. «θερμομετρική κλίμακα»)3. μουσ. τύπος διάταξης τών φθόγγων ή τών διαστημάτων που αποτελούν μια οκτάβα4. εκκλ. ορισμένη σειρά ύμνων5. (για σχεδιαγράμματα, χάρτες κ.λπ.) ο σταθερός λόγος μεταξύ τού πραγματικού μεγέθους και τού εικονιζόμενου ομοιώματος, ο οποίος συνήθως διατυπώνεται με κλασματικό αριθμό ή με γραφική παράσταση («χάρτης τής Ελλάδας υπό κλίμακα 1/800.000»)6. φρ. «σε ευρεία κλίμακα» ή «σε μεγάλη κλίμακα» — σε μεγάλη έκταση, σε μεγάλο βαθμόμσν.-αρχ.μτφ. ο τρόπος για να ανέλθει κάποιος («ἄνοδοι καὶ κλίμακες πρὸς οὐρανὸν ἀνάγουσαι ὑμάς», Μηναί.)αρχ.1. κλιμακοειδές όργανο βασανισμού2. όργανο για ανάταξη εξαρθρωμένων μελών3. τέχνασμα τών παλαιστών κατά το οποίο ο ένας παλαιστής πηδά στην πλάτη τού άλλου και καταπιέζοντας τον προσπαθεί να τον καταβάλει4. τμήμα τού άρματος5. (ρητ.) λεκτικό σχήμα βαθμιαίας ανάβασης από ασθενέστερες εκφράσεις σε ισχυρότερες6. στον πληθ. αἱ κλίμακεςτα κιγκλιδώματα που βρίσκονται στις δύο πλευρές μιας γέφυρας.
Dictionary of Greek. 2013.